- ἴχνος
- ἴχνος1 footstep met.,
τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς Ὀλυμπιονίκα δὶς ἐν πολεμαδόκοις Ἄρεος ὅπλοις P. 10.12
ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων N. 6.15
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς Ὀλυμπιονίκα δὶς ἐν πολεμαδόκοις Ἄρεος ὅπλοις P. 10.12
ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων N. 6.15
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
ἴχνος — track neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ίχνος — το (AM ἴχνος) 1. το αποτύπωμα τού ποδιού στο έδαφος, πατημασιά, χνάρι 2. κάθε σημάδι, αποτύπωμα ή άλλη ένδειξη που αφήνει κάποιο αντικείμενο («ίχνη τροχών») 3. μτφ. για αφηρημένες έννοιες) υπόλειμμα, λείψανο, απομεινάρι (α. «ίχνη πανάρχαιου… … Dictionary of Greek
ίχνος — το ους 1. σημείο, αποτύπωμα: Ταίχνη ήταν πρόσφατα. – Ίχνη λαγού. 2. απομεινάρι, υπόλειμμα: Ίχνη αίματος. – Ίχνη αρχαίου ναού. 3. ελάχιστη ποσότητα: Βρέθηκαν ίχνηλευκώματος στα ούρα. – Δεν έμεινε ίχνος. 4. μτφ., μικρό μέρος: Δεν έχει ίχνος… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἴχνει — ἴχνος track neut nom/voc/acc dual (attic epic) ἴχνεϊ , ἴχνος track neut dat sg (epic ionic) ἴχνος track neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἴχνη — ἴχνος track neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἴχνος track neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἰχνέων — ἴχνος track neut gen pl (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἰχνῶν — ἴχνος track neut gen pl (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἴχνεος — ἴχνος track neut gen sg (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἴχνεσι — ἴχνος track neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἴχνεσιν — ἴχνος track neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἴχνεσσι — ἴχνος track neut dat pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)